Κτήριο Παλαιού Χημείου Πανεπιστημίου Αθηνών
To κτήριο του Παλαιού Χημείου του ΕΚΠΑ θεμελιώθηκε το 1887 και εγκαινιάστηκε τον Ιανουάριο του 1890. Για περισσότερο από έναν αιώνα στέγαζε τα μαθήματα και τα εργαστήρια Φυσικής και Χημείας της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πρωτεργάτης της ίδρυσης και οικοδόμησης του κτηρίου ήταν ο σπουδαίος καθηγητής Χημείας και πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Αναστάσιος Χρηστομάνος (1841-1906), ο οποίος και με την έγκριση του διάσημου χημικού August Wilhelm Hofmann, εκπόνησε το κτηριολογικό πρόγραμμα των εργαστηρίων και ήταν παρών σε όλες τις φάσεις κατασκευής του έργου.
Το κτήριο του Παλαιού Χημείου σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Ernst Ziller, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Friedrich Zastrau, αρχιτέκτονα του Βερολίνειου Χημείου. Το αρχικό κτήριο ήταν διώροφο, με ημιυπόγειο προς την πλευρά της Χαριλάου Τρικούπη, όπου λειτούργησε και το πρώτο Πανεπιστημιακό οινοποιείο (1932). Το κτήριο κατά τη διάρκεια των χρόνων υπέστη φθορές, οι οποίες προκλήθηκαν κυρίως από την πυρκαγιά που έγινε τον Αυγούστο του 1911, κατά την οποία κάηκε το μεγαλύτερο μέρος του. Το 1916 αποκαταστάθηκαν οι ζημίες αυτές, προστέθηκε ο δεύτερος όροφος και ανυψώθηκε το Κεντρικό Αμφιθέατρο κατά έναν όροφο. Καθώς οι ανάγκες της Φυσικομαθηματικής Σχολής αυξάνονταν συνεχώς, το 1926 προστέθηκε και ο τρίτος όροφος στεγάζοντας τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες της Φαρμακευτικής Χημείας.
Στο κτήριο στεγάστηκε, εκτός από τη Φυσικομαθηματική Σχολή, το Εθνικό Χημείο, το Γενικό Χημείο του Κράτους, το Εθνικό Γραφείο Μέτρων και Σταθμών, η Γεωδαιτική Επιτροπή, η Θαλασσογραφική Εταιρεία, η Φυσιοδιφική Εταιρεία, το Βοτανικό Μουσείο, ο Όμιλος Φίλων Ασυρμάτου, ο Ραδιοφωνικός Σταθμός του Πανεπιστημίου Αθηνών και το Μουσείο Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας.
Το κτήριο του Παλαιού Χημείου, εκτός από τις αίθουσες εργαστηρίων και γραφείων, διαθέτει τρία αμφιθέατρα, το Μεγάλο Αμφιθέατρο Μεγάρου Φυσικής (ΜΑΜΦ) στον Κεντρικό Χώρο του 1ου και 2ου ορόφου, χωρητικότητας 350 ατόμων, το Μικρό Αμφιθέατρο Μεγάρου Φυσικής (μΑΜΦ) στο ισόγειο, χωρητικότητας 80 ατόμων και το Μικρό Αμφιθέατρο Φαρμακευτικής στον 3ο όροφο, χωρητικότητας 100 ατόμων. Στα αμφιθέατρα αυτά δίδαξαν μεγάλες προσωπικότητες των φυσικών επιστημών, ενώ στα έδρανά τους μαθήτευσαν σπουδαίοι επιστήμονες, οι οποίοι έχουν επανδρώσει τα μεγάλα Πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα του Εσωτερικού και του Εξωτερικού.
Μεταξύ των καθηγητών που δίδαξαν στο κτήριο είναι ο καθηγητής Φυσικής Τιμολέων Αργυρόπουλος, ο καθηγητής Φυσικής Γεώργιος Αθανασιάδης, ο οποίος σημειωτέον φρόντισε και έλαβε από τη Γερμανία, με τις επανορθώσεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, χιλιάδες εργαστηριακά όργανα και εποπτικό υλικό απαραίτητο για τη διδασκαλία και τα πειράματα, ο καθηγητής της Φυσικής και Χημείας Κωνσταντίνος Ζέγγελης, ο καθηγητής Χημείας Γεώργιος Ματθαιόπουλος, ο διεθνούς κύρους καθηγητής Χημείας Λεωνίδας Ζέρβας, ο καθηγητής Φυσικής Δημήτριος Χόνδρος και ο καθηγητής Φυσικής Καίσαρ Αλεξόπουλος.
Το κτήριο του Παλαιού Χημείου αποτελεί μνημείο της Ιστορίας της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των φυσικών επιστημών στη χώρα μας. Επίσης συνδέεται άμεσα με τους εθνικούς και δημοκρατικούς αγώνες φοιτητών και διδασκόντων την εποχή της Κατοχής και της Δικτατορίας και τους αγώνες για την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου. Την ημέρα της Απελευθέρωσης της Αθήνας από τους γερμανούς κατακτητές (12 Οκτωβρίου 1944) ο πειραματικός ραδιοσταθμός του εργαστηρίου της Φυσικής που βρισκόταν στο ισόγειο, μετέδωσε πρώτος την είδηση της απελευθέρωσης. Η κεραία υπάρχει ακόμα στην ταράτσα του κτηρίου. Η Ένωση Χημικών Ελλάδος, τιμώντας τους αγώνες αυτούς, έχει τοποθετήσει ειδική τιμητική πινακίδα στην κεντρική είσοδο του κτηρίου. Στις αρχές Νοεμβρίου του 1973 το φοιτητικό κίνημα δραστηριοποιήθηκε και στους χώρους του Παλαιού Χημείου και δημιουργήθηκε μία από τις σπίθες του φοιτητικού κινήματος που οδήγησαν στην κατάληψη της Νομικής και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Επίσης, κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης έγιναν μεγάλες καταλήψεις που συνδέθηκαν με σημαντικά αιτήματα του φοιτητικού κινήματος.
Μετά την οικοδόμηση της Σχολής Θετικών Επιστημών στην Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου και τη σταδιακή μεταφορά των εργαστηρίων στους νέους χώρους, το κτήριο λειτούργησε ως Μουσείο Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας (1996-2006).
Το μοναδικό αυτό μνημείο, ιδιοκτησίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχει κηρυχθεί διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού μαζί με τον εξοπλισμό του (κάποια όργανα χρονολογούνται από το 1837). Με υπουργική απόφαση το κτήριο θα στεγάζει το Μουσείο Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας, την Κεντρική Βιβλιοθήκη και το Κέντρο Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ ορισμένοι μουσειακοί χώροι χαρακτηρίστηκαν ως διατηρητέοι in situ (ως έχουν).
Σήμερα στεγάζει τη Βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής ενώ έχει δρομολογηθεί η μεταφορά των πολύτιμων εκθεμάτων του Μουσείου Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας.
Για τη σύνταξη του κειμένου συνεργάστηκαν:
Δρ. Χρυσολέων Συμεωνίδης, Υπεύθυνος του Μουσείου Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας
Βασιλική Στρακαντούνα, Ms Βιβλιοθηκονόμος-Φιλόλογος, Υπεύθυνη της Βιβλιοθήκης της Νομικής Σχολής